Υπολογίζομε, επειδή έχει νεροπηγές, εύφορο έδαφος [κοιλάδα από τις ωραιότερες], είναι πέρασμα και περιβάλλεται από βουνά [για βοσκοτόπια], ότι κατοικήθηκε από παλαιούς χρόνους χωρίς να έχομε μαρτυρίες ως προς αυτή την άποψη [αν και είναι ανάμεσα στους αρχαίους οικισμούς Οίτυλο, Λας, Πύρριχο και γειτονεύει με τη βυζαντινή [Παλιά] Καρυούπολη].
Κατά τη παράδοση οι πρώτοι κάτοικοι στην αγροτική περιοχή του εμφανίσθηκαν μετά τη καταστροφή του Γυθείου και της Λας, δηλαδή στα τέλη του 4ου μΧ αιώνα, προερχόμενοι από αυτές τις πόλεις και αφού κατά περιόδους κατασκεύασαν οικισμούς στις θέσεις, Παλιόχωρα της Κόζιας, Αϊδημήτρηδες και Πλαγιάδες του Κοτράφου [επί του δρόμου Γυθείου-Αρεοπόλεως, πριν τη στροφή για Σταυρό, όπου διασώζονται αρκετά ερείπια κατοικιών, το νεκροταφείο και το αποξηραμένο πηγάδι του οικισμού τους] .
Από τις Πλαγιάδες του Κοτράφου μετακομίζουν [15ος μΧ αιώνας] στη κορυφή του λόφου της Κοτρώνας επειδή, κατά τη παράδοση, επαναστάτησαν εναντίον του σκληρού άρχοντα Λάσκαρη που κατοικούσε στη Τσερατσιά αλλά μάλλον η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στους κινδύνους από τις επιδρομές των πειρατών και τη προσπάθεια Οθωμανικής διείσδυσης στην ενδότερη Μάνη [χωρίς να αποκλείεται η κίνησή τους να συνδυάζεται με ευρύτερη εξέγερση για τη φορολογία ή την επίλυση του αγροτικού ζητήματος, βλ Δήμου Μέξη, Οι Μάνη και οι Μανιάτες, σελ.224].
Από τη Κοτρώνα θα υποχρεωθούν λόγω της στενότητας του εδάφους, των μεταξύ τους προστριβών, της απόστασης από τις πηγές και τα αγροκτήματά τους να εγκατασταθούν στη σημερινή θέση του οικισμού κοντά στη Βρύση και τις πηγές της Νεροδιαβασίας [αν και αρκετοί μετακόμισαν στις εύφορες κοιλάδες του Χωσιαρίου όπου και απέκτησαν ή είχαν χωράφια].
Μετά την εγκατάστασή τους στη σημερινή θέση δέχθηκαν εποίκους από το Κουλούμι της Μέσα Μάνης όπως, κατά την ιδία περίοδο, εποίκους δέχθηκε και η Σκάλα από το χωριό Τσόπακας. Η Σκάλα [από το λατινικό Scala λόγω της ανάβασης που απαιτείται για τη προσέγγισή της] είναι επίσης παλαιότατος οικισμός που κατοικείτο πολύ πριν από τους παραπάνω εποίκους ενώ στην αγροτική περιοχή της υπήρχαν οι οικισμοί Καμπινάρια, Πόρος-Κουμαρίτσι, Παλιόπυργοι και Λιτρίβα.
Το τοπωνύμιο Βαχός απαντάται στις πηγές το πρώτον, εξ όσων γνωρίζομε, το 1618, ως Vacha και Παναγία Di Vacha, στο υπόμνημα προς Νεβέρ [όπου σημειώνεται και η Scalα]. Από τον Οθωμανό Εβλ. Τσελεμπή αναγράφεται [1670] Βόχα και από τον Νηφάκο [1798] Βαχός [αρσενικού γένους]. Η ονομασία, κατά τη παράδοση, αποδίδεται στον θεό Βάκχο ο οποίος δώρισε στους κατοίκους το αμπέλι και δίδαξε τη καλλιέργειά του.
Kατά τη περίοδο 1480-1686 που το Οθωμανικό θηρίο επιχείρησε πολλάκις να εισβάλει στην ενδότερη Μάνη από το λαγκάδι του Φωκά [στενό από Φράγκα Νέας Καρυούπολης ως τη κοιλάδα του Βαχού] οι Βαχιώτες μαζί με άλλους Μανιάτες αμύνθηκαν και σε μία μάχη μεταξύ των οικισμών Γεωργακαράκου και Καλαποθαράκου, μέσα στο ρέμα, σκοτώθηκε ο Βαχιώτης καπετάν-Κωσταντάκης και προς τιμή του το ρυάκι ονομάσθηκε του Κωσταντάκη το ποτάμι [που βγαίνοντας από το λαγκάδι συνεχίζει τη πορεία του δυτικά της Νέας Καρυούπολης για να χυθεί στη Δίχοβα και είναι ο αρχαίος ποταμός Σκύρας]. Στην ίδια μάχη ή άλλη και στο μέρος εκείνο σκοτώθηκε και ο Οθωμανός Κάσσαρης και ο αγρός που έπεσε λέγεται ως σήμερα η λούρα του Κάσσαρη.
Οι Βαχιώτες έλαβαν μέρος στην απελευθέρωση του κάστρου Πασσαβά [1780] τη Δευτέρα της Λαμπρής και από τότε τηρούν κάθε χρόνο το έθιμο του Σταυρού. [Το πρωί της Δευτέρας του Πάσχα ο παπάς με τους επιτρόπους και τα παιδιά φωνάζοντας Κύριε ελέησον και ψάλλοντας το Χριστός Ανέστη επισκέπτονται τα σπίτια του χωριού και οι νοικοκυραίοι τους φιλεύουν πασχαλινά αυγά και κουλούρια τα οποία το απόγευμα εκθέτουν έξω από την εκκλησία σε ανοικτό πλειστηριασμό [δημοπρασία]. Πολέμησαν επίσης οι Βαχιώτες στη μάχη κάτω από το Τρικεφάλι [1770] και στον αγώνα του ΄21 [με την Ανατολική λεγεώνα της Σπάρτης].
Μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους ο Βαχός για λίγο απετέλεσε ίδιο δήμο [Πυρρίχου], ακολούθως [1840] εντάχθηκε στον δήμο Καρυουπό-λεως [προ του 1860 λειτούργησε το δημοτικό σχολείο Βαχού, το 1885 ιδρύθη το σχολαρχείο], το 1912 απετέλεσε ίδια κοινότητα [Πάνω και Κάτω Χώρα, Κληματσίνα, Πόρος-Κουμαρίτσι, Σκάλα, Τσερατσιά-Σταυρός, Αγριόλακκα [Ασημόλακκα], Βουρκός, [Βαχιώτικη] Κάλλιαζη, Λεΐτσα και Προγόνι], το 1994 εντάχθηκε στον δήμο Αρεοπόλεως, το 1998 στον δήμο Οιτύλου και από το 2011 υπάγεται στον δήμο Ανατολικής Μάνης.
[Περισσότερα για την ιστορία του Βαχού, βλ. Σταύρου Πατρικουνάκου, Βαχός Μάνης, Συμβολή στην Ιστορία του, Αθήνα 1999].